“Η σφήνα της Αλεξανδρούπολης στον τουρκικό αναθεωρητισμό” είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφει ο Σωτήριος Κ. Σέρμπος, Αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, πρώην επιστημονικός διευθυντής Σχεδιασμού Πολιτικής στο υπουργείο Εξωτερικών.
Αν και ελάχιστοι το αντελήφθησαν, είναι η περίοδος 2014-2017 που στον χάρτη των διαφοροποιημένων περιφερειακών ισορροπιών ισχύος προστίθεται η εγγραφή των συντεταγμένων της Αλεξανδρούπολης. Για πρόσβαση στρατιωτικών δυνάμεων, εμπόριο και διανομή ενέργειας. Με αποστολή παράκαμψης και μηχανισμό αντίβαρου εξισορρόπησης έναντι του ρωσοτουρκικού εκκρεμούς. Με αποτέλεσμα, κουνώντας το μαντίλι στο πάλαι ποτέ «σιγουράκι» των Στενών του Βοσπόρου για πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα αλλά και ευρύτερα της ερντογανικής αξιοπιστίας, το 2019 και το 2021 η Αλεξανδρούπολη να κατοχυρώνει δεσπόζουσα θέση στα πρωτόκολλα τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ.
Η ολοκληρωμένη αξιοποίηση των δυνατοτήτων που απορρέουν εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης για συνδυασμένες μεταφορές από κοινού, με την ιδιότητα σύνθετου κόμβου πολλαπλών χρήσεων, παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένη με το αξιόπιστο και εμπροσθοβαρές πλασάρισμα της χώρας εντός της διατλαντικής κοινότητας αξιών και συμφερόντων, προκειμένου να αξιοποιήσουμε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία. Ετσι ώστε να αθροίσουμε και να συμπλέξουμε συμφέροντα, διασυνδέοντας την οικονομία με την ασφάλεια (εμπόριο, ενέργεια, μεταστάθμευση και προώθηση στρατιωτικών δυνάμεων/υλικού). Καθιστώντας την Ελλάδα περισσότερο ενεργητική, ως εκείνη που διασυνδέει χώρες και περιοχές σε απόσταση μεταξύ τους και άρα με μεγαλύτερες δυνατότητες διεκδίκησης ανταλλαγμάτων από τους συμμάχους της. Εκκινώντας την προσπάθεια «εντός των τειχών», με στόχο εφικτό και μετρήσιμο όχι απλώς την ταπεινή αναβάπτιση ενός λιμένα διεθνούς ενδιαφέροντος, όπως αναφερόταν στη Συνθήκη των Σεβρών για τη Θράκη, αλλά -έναν αιώνα αργότερα- τη σφυρηλάτηση ενός λιμένα με στρατηγικό για τη Δύση πρόσημο (δυτικά Βαλκάνια – κεντρική και ανατολική Ευρώπη – Βαλτικές Χώρες και Ουκρανία), ο πυρήνας του οποίου θα προσδώσει χαρακτήρα περιφερειακού γεωπολιτικού βατήρα οργανικά συνδεδεμένου με την ισορροπία δυνάμεων και την αρχιτεκτονική ασφαλείας της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Υπό αυτό το πρίσμα, η σύσταση μιας ειδικής ομάδας εργασίας/task force για το master plan «Αλεξανδρούπολη», υπό την ομπρέλα της προεδρίας της κυβέρνησης που λειτουργεί ως επιτελικό κέντρο με συντονιστικό χαρακτήρα, θα υποβοηθήσει την εύρυθμη και σφικτή υλοποίηση ενός ιδιαίτερα απαιτητικού και πολύπλευρου εγχειρήματος. Με αυτόν τον τρόπο θα προετοιμαστεί και ο ρόλος που μπορεί να αναλάβει το λιμάνι την επόμενη -μετά τον πόλεμο- ημέρα, η οποία θα αφορά το τεράστιο πρότζεκτ ανοικοδόμησης της Ουκρανίας. Στο ενδιάμεσο, με επιτόπιες επισκέψεις αλλά και εργαλεία στρατηγικής επικοινωνίας, τροφοδοτώντας την προσφορά και τα πλεονεκτήματα της Αλεξανδρούπολης στις κυβερνήσεις και στην κοινή γνώμη των δυτικών εταίρων και συμμάχων μας, καθώς και του Κιέβου.
Ας σημειωθεί πως εξακολουθούν να παραμένουν μόλις δύο οι χώρες που έχουν σφόδρα αντιδράσει στην ουσιαστικότερη αναβάθμιση της Ελλάδας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου: η Ρωσία και η Τουρκία. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Ως εκ τούτου, γέφυρες -που όχι μόνο δεν ευνοούν, αλλά αντιθέτως υπονομεύουν το σκληρό εθνικό συμφέρον- δεν είναι εφικτό να υπάρξουν. Για όσο διάστημα κακόβουλες επιρροές, κεντρικά σχεδιασμένες υβριδικές επιχειρήσεις και ευφάνταστες αξιώσεις περί κατάκτησης ρόλου διαπεριφερειακού τοποτηρητή ενεργούνται εις βάρος της χώρας από πρώην αυτοκρατορίες και νυν αναθεωρητικές δυνάμεις που ασφυκτιούν από το παρελθόν, διεκδικώντας «ζωτικό χώρο» στο παρόν. Μεταξύ άλλων, μέσω του ελέγχου κομβικού χαρακτήρα θαλάσσιων ζωνών και διαδρόμων εξαιτίας της Αλεξανδρούπολης, η Θράκη και το ανατολικό Αιγαίο θωρακίζονται αποτελεσματικότερα.
Εκ παραλλήλου, η στρατιωτικοποίηση ελληνικών νησιών ενισχύει τη θέση της Δύσης για ασφαλείς διαδρόμους στο Αιγαίο – τόσο έναντι της Ρωσίας που φθίνει όσο και αργότερα σε μια Τουρκία που δύναται να απειλήσει διατλαντικά συμφέροντα. Αν και το βάρος υπεράσπισης της ευάλωτης ελληνικής γεωγραφίας θα παραμείνει ιδιαίτερα μεγάλο -συντηρώντας αβεβαιότητα και κόστος- υπογραμμίζοντας την επιστροφή της στον χάρτη ως βασικού παράγοντα της ισορροπίας δυνάμεων στην ανατολική Μεσόγειο. Δημιουργούνται έτσι ευνοϊκότερες προϋποθέσεις για διαρκή και απαιτητικότερη διαπραγμάτευση με τους δυτικούς συμμάχους της ως προς την κατανομή των βαρών.
Συνοψίζοντας, στην περίπτωση της Αλεξανδρούπολης σηματοδοτείται η «φυγή προς τα εμπρός». Είναι η ενάρετη σύζευξη ήπιας και σκληρής ισχύος, η προσέλκυση νέων καινοτόμων επενδύσεων και η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας, με μετρήσιμα για την κοινωνία οφέλη και διεθνοπολιτική κεφαλαιοποίηση που συνταγογραφούν το καλύτερο φάρμακο για την εθνική ασφάλεια και την ανθεκτικότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν ασχοληθήκαμε σε βάθος με την Τουρκία κι έτσι οδηγηθήκαμε σε εσφαλμένες εκτιμήσεις ως προς την κατεύθυνση που θα ακολουθούσε μια ανερχόμενη δύναμη. Ας μη λησμονούμε πως όταν εμείς χρεοκοπούσαμε, η Τουρκία του Ερντογάν ξεκινούσε να «ψηλώνει». Με τις γεωπολιτικές της βλέψεις να υποστηρίζονται από μια ακμάζουσα οικονομία που προσέφερε καύσιμη ύλη εθνικού πλούτου Όχι μόνο στο εξωτερικό, αλλά και στο εσωτερικό (αμυντική βιομηχανία).
Κοντολογίς, δεν υπάρχει μέλλον χωρίς μνήμη και άρα δεν υφίσταται κανένα περιθώριο για πισωγυρίσματα. Αν η Ελλάδα ξανακυλήσει σε μικρές και μεγάλες αμαρτίες, ο κίνδυνος «φινλανδοποίησης» και υποταγής στη μεγάλη οθωμανική αγκαλιά θα παραμένει ως ελέφαντας στο δωμάτιο. Εκτός αν η Τουρκία αλλάξει μυαλά και αποκηρύξει τον μεγαλοϊδεατισμό της. Εντούτοις, για να παραμείνουμε αυτόφωτοι, μεριμνούμε έτσι ώστε νΑ αλλάξουμε εμείς πρώτα. Δράττοντας την ευκαιρία. Ψηλώνοντας!
*Αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, πρώην επιστημονικός διευθυντής Σχεδιασμού Πολιτικής στο υπουργείο Εξωτερικών