Το ξυπνητήρι του Βασίλη Ράπτη από την Πρέβεζα χτύπησε σήμερα το πρωί πιο νωρίς από ότι συνήθως. Αντί για την κλασική του διαδρομή σπίτι – γραφείο έχει να διανύσει μια άλλη, μεγαλύτερη απόσταση, 200 περίπου χιλιομέτρων. «Κανονικά, στην καθημερινότητά μου, είμαι ασφαλιστής. Παράλληλα όμως, από το 1997, είμαι εθελοντής διασώστης όπως και εθελοντής δασοπυροβέστης. Η τελευταία πυρκαγιά στην οποία έλαβα μέρος ήταν φέτος στη Δαδιά. Έμεινα εκεί τέσσερις μέρες. Πρόκειται για μια τεράστια φυσική καταστροφή, δεν το συζητώ. Από την Παρασκευή όμως που είμαι στην περιοχή των Τρικάλων ζω κάτι πρωτόγνωρο. Δεν μπορούμε ούτε τα συναισθήματά μας να ελέγξουμε».
Η ομάδα της οποίας είναι πρόεδρος ο Βασίλης είναι η ΛΕΚ Πρεβέζης, μέλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εθελοντικών Οργανώσεων Δασοπροστασίας Πυρόσβεσης. Αυτές τις μέρες ομάδες της Ομοσπονδίας με 11 αυτοκίνητα με 45 εθελοντές από διάφορα μέρη της χώρας (Αθήνα, Καλαμάτα, Αχαΐα, Πρέβεζα και Άνδρο) συγκεντρώθηκαν στα Τρίκαλα προκειμένου να συνδράμουν με αντλήσεις υδάτων αλλά και διασώσεις. «Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν το ψυχολογικό. Έχουμε να κάνουμε με ηλικιωμένους συμπολίτες μας. Πολλοί από αυτούς, κατάκοιτοι, μας έλεγαν πως δεν είχαν μπει ποτέ στη ζωή τους σε βάρκα και εμείς έπρεπε να τους πείσουμε να έρθουν μαζί μας, να εκκενώσουν τα σπίτια τους» σχολιάζει ο Βασίλης, που ήταν και ο επικεφαλής της αποστολής.
Για εμάς όλα αυτά είναι πολύ έντονα συναισθηματικά, γιατί δεν είμαστε και επαγγελματίες, προσπαθούμε απλά να στεκόμαστε δίπλα στον κόσμο.
Ο Αντώνης Δούρος είναι μέλος της εθελοντικής ομάδας «Κέντρο Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος Βύρωνα 1985». Στη φωτιά της Δαδιάς έδωσε το παρών για 11 μέρες. Πριν προλάβει να συνέλθει σωματικά, αλλά και ψυχικά, το Σάββατο βρέθηκε μαζί με τον Βασίλη στα Μεγάλα Καλύβια όπου υπήρχε εντολή εκκένωσης του χωριού. Όπως λέει στην «Κ», 280 άτομα χρειάστηκε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. «Εμείς κάναμε γύρω στους 90 απεγκλωβισμούς. Ήταν μια πολύ δύσκολη επιχείρηση. Σε κάποια σημεία χρειάστηκε να κολυμπήσουμε για να φτάσουμε στα σπίτια. Η καταστροφή είναι τεράστια, δεν επαρκούν οι λέξεις για να την περιγράψουν. Όποιο κτίριο ήταν πλίθινο ή παλιό έχει καταρρεύσει. Αλλά και στα νεότερα οι ζημιές είναι ανυπολόγιστες. Για τους κατοίκους όλα ξεκινάνε από το μηδέν. Έχουν χάσει από τα αυτοκίνητα και τα γεωργικά μηχανήματα μέχρι τα ρούχα και τις οικοσυσκευές τους, τα πάντα».
Ο Βασίλης προσθέτει πως εκτός από την απελπισία υπάρχει και η οργή. «Οι άνθρωποι είναι αγανακτισμένοι, εκνευρισμένοι, υπάρχουν μέχρι και αψιμαχίες μεταξύ τους, τσακωμοί ενόψει των εκλογών… Καταλαβαίνουμε την ένταση τους. Εμείς από την πλευρά μας προσπαθούμε να είμαστε διακριτικοί και πολύ προσεκτικοί σε όσα λέμε».
Μας δίνουν το νερό και το φαγητό τους και ας μην έχουν δεύτερη μερίδα για τους ίδιους, ή ακόμα μας χειροκροτούν όταν ολοκληρώνουμε κάποιον απεγκλωβισμό
Και για τους δύο άντρες οι πιο δύσκολες στιγμές είναι όταν έχουν να κάνουν με ανθρώπους, κατάκοιτους, που με τεράστιο πόνο ψυχής εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Όπως εξιστορούν, είχαν να αντιμετωπίσουν ηλικιωμένους με προβλήματα ακοής που διάβαζαν τα χείλη τους, ή ανθρώπους που αν και δεν μπορούσαν να μιλήσουν καθαρά, τους έκαναν ξεκάθαρο πως δεν θέλουν να φύγουν. Όπως εξηγεί ο Βασίλης, «και στο πρακτικό μέρος, το να βγάλεις έναν άνθρωπο με φορείο όταν η στάθμη του νερού έφτανε τα δύο μέτρα δεν είναι εύκολη υπόθεση».
«Στον αντίποδα, συμπληρώνει, έρχεται η επιβράβευση από τον κόσμο. Μας δίνουν το νερό και το φαγητό τους και ας μην έχουν δεύτερη μερίδα για τους ίδιους, ή ακόμα και μας χειροκροτούν όταν ολοκληρώνουμε κάποιον απεγκλωβισμό. Για εμάς όλα αυτά είναι πολύ έντονα συναισθηματικά, γιατί δεν είμαστε και επαγγελματίες, προσπαθούμε απλά να στεκόμαστε δίπλα στον κόσμο».
«Στις αυλές του Παλαμά Καρδίτσας κολυμπούσαν ψάρια»
Η Ομάδα Αντιμετώπισης Καταστροφής Μεσσηνίας έχει ως έδρα της την Καλαμάτα. Την Τρίτη το απόγευμα, 5/9, ταξίδεψαν στον Βόλο όπου ξεκίνησαν να κάνουν αντλήσεις υδάτων από σπίτια. Το αρχικό πλάνο ήταν σε δύο ημέρες να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο Κώστας Βλαχονικολός, επικεφαλής της αποστολής, μαζί με άλλα δύο μέλη της ομάδας, βρίσκεται ακόμα στο πεδίο. Δεν έχουν περάσει ούτε 10 μέρες από την τελευταία πυρκαγιά στην οποία είχε λάβει μέρος, στην Ασπροπουλιά Μεσσηνίας. «Όταν επιχειρούμε σε πυρόσβεση έχουμε βάρδιες, προσπαθούμε να εναλλασσόμαστε. Αυτές τις μέρες όμως στις πλημμύρες, είμαστε διαρκώς σε επιφυλακή. Έχουμε μείνει μερόνυχτα χωρίς ύπνο. Η κούραση είναι τεράστια, απλά δεν την έχουμε καταλάβει ακόμα».
Η δική του ομάδα βρέθηκε στο χωριό Παλαμάς Καρδίτσας και η εικόνα που έχει χαραχθεί στο μυαλό του είναι τα ζωντανά ψάρια στην αυλή ενός σπιτιού. «Οι εικόνες είναι σοκαριστικές. Το 80% του χωριού έχει καταστραφεί. Δεν γνωρίζουμε καν τον αριθμό των νεκρών και των αγνοουμένων. Από αυτά που βλέπω εγώ ο κόσμος χωρίζεται σε δύο κατηγορίες: από τη μία είναι όσοι έχουν προλάβει λίγο να κοιμηθούν, να ξαποστάσουν, έχουν προλάβει να επεξεργαστούν τα δεδομένα και έχουν συνειδητοποιήσει σε έναν βαθμό το μέγεθος της καταστροφής. Όσοι δουλεύουν ακατάπαυστα και είναι άυπνοι, αυτοί ακόμα δεν έχουν καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί».
Όπως και για τους συναδέλφους του, έτσι και για τον Κώστα, η πιο δύσκολη στιγμή ήταν να πείσει ένα ζευγάρι ηλικιωμένων να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, καθώς όπως εξηγεί στην «Κ» η υγεία τους ήταν επιβαρυμένη και σε περίπτωση ανάγκης δεν θα μπορούσε να τους προσεγγίσει γιατρός.
Από τα 800 πρόβατα μόλις τα 80 επιβίωσαν. Με τις σωστικές λέμβους τα μετέφεραν με ασφάλεια από τον οικισμό Ζηλευτή σε έναν στάβλο έξω από τα Τρίκαλα
Την Κυριακή οι ομάδες διάσωσης κλήθηκαν να πάνε σε μια φάρμα στη Ζηλευτή, έναν μικρό οικισμό των Τρικάλων. Ο αριθμός των προβάτων που κατάφεραν να σωθούν είναι αποθαρρυντικός, καθώς από τα 800 επιβίωσαν μόλις τα 80 από αυτά. Με τις σωστικές λέμβους τα μετέφεραν με ασφάλεια σε έναν στάβλο έξω από τα Τρίκαλα. Ο Αντώνης που είδε πολλά νεκρά ζώα και στα Μεγάλα Καλύβια σχολιάζει πως ένας από τους λόγους που εκκενώθηκε το χωριό ήταν και ο κίνδυνος να αποτελέσουν πηγή μολύνσεων.
45 αντλίες, 15 γεννήτριες και 5 σωστικοί λέμβοι
Για τον Κώστα ολοκληρώνεται σχεδόν μια εβδομάδα από τη στιγμή που έφυγε από το σπίτι του και όπως λέει, έχει έρθει η στιγμή να γυρίσει πίσω «Δεν είναι η δουλειά μας αυτή, είμαστε όλοι μας εθελοντές. Οι οικογένειές μας είναι συμπαραστάτες, μας στηρίζουν γιατί γνωρίζουν πόσο αγαπάμε αυτό που κάνουμε. Ήρθε όμως και για εμάς η ώρα να επιστρέψουμε. Τουλάχιστον προς το παρόν».
Ο Σταύρος Σαλαγιάννης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εθελοντικών Οργανώσεων Δασοπροστασίας Πυρόσβεσης, ήδη βρίσκεται σε επικοινωνία με τις ομάδες που θα συνεχίσουν να δίνουν μικρές και μεγαλύτερες μάχες στις περιοχές όπου υπάρχει ανάγκη. «Αν δείτε τον εξοπλισμό που στείλαμε αυτές τις μέρες θα καταλάβετε και το μέγεθος της βοήθειας: 45 αντλίες, 15 γεννήτριες και 5 σωστικοί λέμβοι και φυσικά το σημαντικότερο, το μεράκι των εθελοντών που μέσα σε τρία 24ώρα, νυχθημερόν, παρήγαγαν όλο αυτό το έργο. Να διευκρινίσουμε εδώ πως τα έξοδά τους τα καλύπτουν οι ίδιοι οι εθελοντές. Οι περισσότεροι από αυτούς έφυγαν τα ξημερώματα της Δευτέρας, 4:30 το πρωί, ώστε να πάνε μέσα σε λίγες ώρες στις δουλειές τους. Για να δώσουν ξανά, σε λίγες μέρες το παρών, όπου παραστεί ξανά η ανάγκη».