Το αίτημα για προστασία και ανάδειξη του κτιριακού συγκροτήματος του Γαλλικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Μια πυρκαγιά κατέκαψε το μεσημέρι της Κυριακής ένα από τα κτίριά του, το οποίο χρονολογείται στο 1890. Τα κτίρια, που είναι διατηρητέα αλλά έχουν υποστεί ζημιές από την πολυετή εγκατάλειψη, ανήκουν στον ΟΣΕ και στη ΓΑΙΑΟΣΕ, οι οποίες δεν έχουν καταλήξει σε κάποιο σχέδιο για την αξιοποίησή τους. Το ίδιο ισχύει και για εκατοντάδες ακόμα σταθμούς σε όλη την Ελλάδα, ηλικίας άνω των 100 ετών, που έχουν αφεθεί να καταρρεύσουν.
Το κτίριο που καταστράφηκε είναι ένα από τα 7 που απαρτίζουν το συγκρότημα του παλαιού σιδηροδρομικού σταθμού Αλεξανδρούπολης. «Στην πόλη μας το λέμε “Γαλλικό σταθμό”, από το κεντρικό, ξύλινο κτίριο το οποίο το έφτιαξαν μηχανικοί από την Ευρώπη, μεταξύ των οποίων Γάλλοι», εξηγεί η Κατερίνα Κάλτσου, από την ομάδα «Φίλοι του Γαλλικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης». «Η κατασκευή του κεντρικού κτιρίου ξεκίνησε το 1871 και ολοκληρώθηκε το 1873. Το κεντρικό κτίριο είναι το παλαιότερο δημόσιο κτίριο στην Αλεξανδρούπολη και ένα μνημείο άμεσα συνδεδεμένο με την ιστορία της πόλης. Υποστηρίζουμε ότι είναι το γενέθλιο τοπόσημο της πόλης, καθώς από κοινού με το λιμάνι σηματοδότησε τη γέννησή της που έως τότε ήταν ένα ψαροχώρι».
Τα κτίρια του συγκροτήματος κηρύχθηκαν διατηρητέα από το υπουργείο Πολιτισμού το 2018. Οι «Φίλοι» από κοινού με τη Monumenta υπέβαλαν το 2019 αίτημα στο ΥΠΠΟ να χαρακτηριστεί το συγκρότημα «ιστορικός τόπος», ώστε να προστατευθεί συνολικά, μαζί με το τροχαίο υλικό και τον λοιπό ιστορικό εξοπλισμό. «Αυτή η πυρκαγιά είναι αποτέλεσμα της εγκατάλειψης από τον ΟΣΕ και τη ΓΑΙΑΟΣΕ, στις οποίες ανήκουν τα κτίρια. Αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε συλλογή υπογραφών από πολίτες της Αλεξανδρούπολης, με σκοπό να ευαισθητοποιήσουμε το υπουργείο Πολιτισμού», καταλήγει.
Το πρόβλημα, δυστυχώς, δεν εντοπίζεται μόνο στην Αλεξανδρούπολη. «Υπάρχουν εκατοντάδες σιδηροδρομικοί σταθμοί σε όλη την Ελλάδα, από την Πελοπόννησο μέχρι τον Εβρο, που είναι μουσειακά έργα, δηλαδή είναι άνω των 140 ετών. Πολλοί όμως από αυτούς παραμένουν απροστάτευτοι, είναι σχεδόν σαν βομβαρδισμένοι», αναφέρει στην «Κ» ο Ηλίας Νταίβις, μέλος του Συλλόγου Φίλων Σιδηροδρόμου Μεσσηνίας, ο οποίος έχει εντρυφήσει εδώ και πολλά χρόνια στην ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων. «Ειδικά όσοι βρίσκονται εκτός οικισμών είτε έχουν καταστραφεί ολοσχερώς είτε έχουν καταρρεύσει από φυσικές καταστροφές, ή έχουν καεί από ανθρώπους που ζουν παράνομα σε αυτά τα κτίρια. Ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός της Μεγαλόπολης είναι μία τέτοια περίπτωση», αναφέρει. «Εχουν διασωθεί μόνο λίγα κτίρια που βρίσκονται στις μεγάλες πόλεις και έχουν ενοικιαστεί σε ιδιώτες, για να λειτουργήσουν π.χ. ως καφετέριες ή ως πολιτιστικά κέντρα». Ο ίδιος ανακαλεί στη μνήμη του νόμο του 1985, σύμφωνα με τον οποίο ιστορικά κτίρια του σιδηροδρομικού δικτύου από την Καλαμάτα μέχρι το Ορμένιο χαρακτηρίστηκαν ως νεότερα μνημεία της βιομηχανικής κληρονομιάς και έργα τέχνης. Αυτά χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας. «Κατά τη γνώμη μου, την ευθύνη για τη συντήρηση και την ανακαίνισή τους πρέπει να αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση, όχι ο ΟΣΕ. Πρόκειται για κτίρια που δεν εξυπηρετούν το συγκοινωνιακό έργο αλλά την πολιτιστική προβολή της Ελλάδας».