Κατέθεσαν γιατροί που έχουν σχέση με την υπόθεση που συγκλόνισε το πανελλήνιο τον Απρίλιο του 2021. Η δίκη θα συνεχιστεί στις 8 Φεβρουαρίου
Της Κικής Ηπειρώτου
Συνεχίστηκε την Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023, στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αλεξανδρούπολης, η δίκη για την υπόθεση του θανάτου της 37χρονης Δέσποινας Καραγεωργίου και του 7 μηνών αγέννητου μωρού της, που έλαβε χώρα στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης, τη νύχτα της 14ης προς 15ης Απριλίου 2021.
Στο ακροατήριο, όπως και την προηγούμενη φορά, βρέθηκαν ο σύζυγος της Δέσποινας Κώστας Μπακαλάκης, οι γονείς, ο αδερφός της, οι συγγενείς και οι φίλοι της οικογένειας, που παρακολούθησαν τη διαδικασία με αξιοθαύμαστη εγκράτεια και αξιοπρέπεια.
Υπενθυμίζεται ότι στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθονται δύο γιατροί, η μία ειδική – υπεύθυνη βάρδιας και η άλλη ειδικευόμενη, και οι δύο μαιευτήρες – γυναικολόγοι, καθώς επίσης μία μαία και μία νοσηλεύτρια. Οι κατηγορίες αναφέρουν ότι οι θάνατοι προκλήθηκαν από αμέλεια και παραλείψεις τους.
Επιπλέον, η μαία κατηγορείται και για πλαστογραφία και παραποίηση εγγράφων. Κατά την έναρξη της διαδικασίας, στην πρώτη δικάσιμο, διά των συνηγόρων υπεράσπισης, οι κατηγορούμενες δήλωσαν ότι αρνούνται τις κατηγορίες.
Στην πρώτη δικάσιμο της 9ης Νοεμβρίου είχαν καταθέσει 5 από τους 20 μάρτυρες, ενώ την Τετάρτη κατέθεσαν ακόμη 6 μάρτυρες: Ο καθηγητής γυναικολογίας και μαιευτικής του ΔΠΘ και διευθυντής του εργαστηρίου οικογενειακού προγραμματισμού του ΠΓΝΑ Παναγιώτης Τσικούρας, που έκανε την καισαρική τομή στην εγκυμονούσα, ο ειδικευόμενος γιατρός ακτινολογίας Νίκος Νηστικούλης, που έκανε τον υπέρηχο, ο Νικόλαος Κουρκουτσάκης αναπληρωτής καθηγητής ακτινολογίας, ο Εμμανουήλ Κοντομανώλης καθηγητής μαιευτικής-γυναικολογίας και γιατρός ετοιμότητας το συγκεκριμένο βράδυ, ο Μεχμέτ Γιατζίτζη ειδικευόμενος καρδιολόγος και ο Γιώργος Κηπουρός επιμελητής Β’ καρδιολογίας.
Ο κ Τσικούρας στην κατάθεσή του σημείωσε πως το βράδυ εκείνο ήταν στο γραφείο του στο νοσοκομείο, σχεδόν μέχρι τις 1.30 το πρωί, περίπου δηλαδή την ώρα που η Δέσποινα εισήχθη στο θάλαμο νοσηλείας του νοσοκομείου, με έντονους πόνους και την αρχική εκτίμηση για τη διάγνωσή της να κάνει λόγο για ουρολοίμωξη. “Δυστυχώς, όμως, δεν με ειδοποίησε κανείς, αν το είχαν κάνει εγκαίρως, μάνα και παιδί σήμερα θα ζούσαν”, είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Τσικούρας δέχθηκε τηλεφώνημα το πρωί της 15ης Απριλίου κι έφτασε στο νοσοκομείο αμέσως, λίγο μετά τις 7. Όπως είπε, όταν έφτασε, η γυναίκα ήταν σε μυδρίαση, κάτι που, όπως τόνισε, αποτελεί κύριο γνώρισμα εγκεφαλικής νέκρωσης, ενώ γιατρός τής έκανε ΚΑΡΠΑ. Έδωσε εντολή να οδηγηθεί η γυναίκα στην αίθουσα τοκετού για επείγουσα καισαρική τομή. Όπως είπε, αρχικά δεν μπορούσε να εντοπίσει το έμβρυο, καθώς δεν ήταν στην ανατομική θέση της μήτρας, ενώ ο πλακούντας ήταν κοντά στην σπλήνα και υπήρχε παντού μεγάλη ποσότητα αίματος. Ο τοκετός ήταν ενδοπεριτοναϊκός όπως είπε, γεγονός που επιφέρει θνησιμότητα 100%.
Ο κ Τσικούρας είπε ότι εφόσον η θανούσα ενημέρωσε για την εγχείρηση αδενομυώματος στην οποία είχε υποβληθεί πριν περίπου 1,5 με 2 χρόνια, κατά την άφιξή της στα επείγοντα, η εγκυμοσύνη της ήταν υψηλού κινδύνου και θα έπρεπε να είχε τεθεί σε συνεχή παρακολούθηση, στη μαιευτική κλινική, όπου υπάρχουν αξιόπιστα μηχανήματα, κι όχι σε θάλαμο νοσηλείας, όπως έγινε λόγω και των περιορισμών του κορωνοϊού. Παρά τις αρχικές καθησυχαστικές μετρήσεις πίεσης και σφίξης και το καλό καρδιοτοκογράφημα (από μηχάνημα αμφιβόλου ακρίβειας, όμως, το οποίο υπάρχει στα ΤΕΠ), λόγω της εικόνας και του ιστορικού της, θα έπρεπε να είχε τεθεί υπό διαρκή παρακολούθηση. Υποστήριξε ακόμη πως η επέμβαση που είχε κάνει η 37χρονη είναι η πιο επικίνδυνη που μπορεί να γίνει στη μήτρα.
Όπως είπε, με βάση το ιστορικό αυτό και τους έντονους πόνους της, ο ίδιος, αν ήταν στη θέση των συναδέλφων του, θα έβαζε αμέσως τη γυναίκα στο χειρουργείο, ώστε η διπλή αυτή τραγωδία να είχε αποφευχθεί. Για τις κατηγορούμενες γιατρούς είπε ότι τις εκτιμά κι ότι είναι πάντα πρόθυμες να προσφέρουν. Ωστόσο, όπως υπογράμμισε, είχε συμβουλέψει να ενημερώνουν γιατρούς με μεγαλύτερη εμπειρία, όταν υπάρχει κάποιο σοβαρό περιστατικό. Εκτίμησε, τέλος, ότι η παρακολούθηση της ασθενούς ήταν ανεπαρκής, ενώ για το ρόλο των δύο άλλων κατηγορουμένων, της μαίας και της νοσηλεύτριας, τόνισε ότι είναι υποχρεωμένες να κάνουν ό,τι ορίζουν οι έγγραφες εντολές της ειδικής γιατρού, που εν προκειμένω είχε διαγνώσει ουρολοίμωξη.
Ο κ. Νηστικούλης από την πλευρά του, που έκανε τον υπέρηχο, τόνισε πως η εικόνα της γυναίκας ήταν εικόνα βαρέως πάσχουσας, κι ότι χρειάστηκε τόσο ο ίδιος όσο και οι δύο κατηγορούμενες γιατροί να βοηθήσουν στο να τη μετακινήσουν από το καροτσάκι προς το κρεβάτι εξέτασης. Όπως σημείωσε, από τον υπέρηχο δεν προέκυψε κάποιο ουροποιητικό εύρημα, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε, όπως είπε, από τη διάγνωση πάθησης του ουροποιητικού. Επιπλέον, εντοπίστηκε μικρή ποσότητα αδιευκρίνιστου υγρού στην κοιλιακή χώρα, το οποίο θα μπορούσε να οφείλεται σε μία πληθώρα αιτιών, θεωρείται όμως, όπως τόνισε, σίγουρα καμπανάκι για τους γιατρούς που παρακολουθούν έναν ασθενή, γι’ αυτό και συστήθηκε ο επανέλεγχος, που δεν έγινε ποτέ.
Ο κ. Κοντομανώλης επισήμανε πως το γεγονός ότι η 37χρονη είχε κάνει τη συγκεκριμένη επέμβαση, θα έπρεπε να θέσει τους γιατρούς σε εγρήγορση και να βάλουν την ίδια και το μωρό σε διαρκή παρακολούθηση, διενεργώντας επιπλέον εξετάσεις. Τόνισε ότι η ρήξη μήτρας είναι μία σπάνια περίπτωση, η οποία δύσκολη θα διαγιγνώσκονταν από γιατρό χωρίς εμπειρία ετών. Σημείωσε ακόμη πως απ’ όσα γνωρίζει ο ίδιος σχετικά με την υπόθεση, μια και δεν κλήθηκε στο περιστατικό, παρά το γεγονός ότι ήταν γιατρός ετοιμότητας, οι συνάδελφοί του ενδέχεται να παρασύρθηκαν από τη διάγνωση της ουρολοίμωξης.
Ο κ. Κουρκουτσάκης σημείωσε πως όταν σε επιβαρυμένο ασθενή διαπιστώνεται υγρό στην περιοχή της κοιλιάς, αυτό αποτελεί αιτία συναγερμού, επισημαίνοντας πως μετά από αυτό το εύρημα θα έπρεπε η ασθενής να τεθεί σε συνεχή παρακολούθηση και να γίνει επανέλεγχος για το υγρό, σε συνδυασμό με την κλινική της κατάσταση.
Από την πλευρά τους, οι κκ Γιατζίτζη και Κηπουρός σημείωσαν ότι όταν ενημερώθηκαν, η γυναίκα δεν είχε σφυγμό, ούτε δική της αναπνοή κι ότι ήταν παγωμένη.
Η επόμενη δικάσιμος ορίστηκε για την Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου. Σημειώνεται πως πέρα από τους 20 μάρτυρες, θα εξεταστούν και μάρτυρες υπεράσπισης, ενώ στο τέλος της διαδικασίας θα απολογηθούν οι 4 κατηγορούμενες.
Πηγή: gnomionline.gr