O τίτλος που επέλεξαν στο άρθρό τους οι New York Times περιγράφουν με τον πιο λυπηρό τρόπο το τι έγινε το βράδυ της 21ης Αυγούστου του 2023, κατά τη διάρκεια της καταστροφικής φωτιάς στον Έβρο, όπου 18 άνθρωποι απανθρακώθηκαν στο δάσος της Δαδιάς κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους να βρουν ένα καλύτερο μέλλον από τις εμπόλεμες πατρίδες τους.
«Έτρεξαν για μία καλύτερη ζωή, κατευθείαν στις φλόγες» αναφέρει χαρακτηριστικά ο τίτλος του άρθρου, με τη ρεπόρτερ Matina Stevis-Gridneff να περιγράφει το μονοπάτι, αλλά και τις δυσκολίες των περασμένων ημερών.
«Όσο ταξίδευαν στην άγονη και πυκνή με δάσος περιοχή της βορειοανατολικής Ελλάδας, οι 18 πρόσφυγες ήρθαν “αντιμέτωποι” με ένα αγωνιώδες δίλημμα. Να πάρουν τον ασφαλή δρόμο μέσα από τα χωριά και το όδικο δίκτυο, αλλά θα κατέληγαν στα χέρια των συνοριοφυλάκων, ή θα ταξίδευαν μέσα από τα δάση και τα χωράφια, περικυκλωμένοι από τη μεγαλύτερη φωτιά που έχει καταγραφεί στη σύγχρονη ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έλαβε χώρα στον Έβρο» σημειώνει το άρθρο αρχικά.
Φωτιά στον Έβρο: Ο εντοπισμός και η προσπάθεια ταυτοποίησης
Οι σοροί των 18 προσφύγων, που απανθρακώθηκαν στον Έβρο, εντοπίστηκαν την ίδια ημέρα της καταστροφικής και φονικής, όπως αποδείχθηκε, φωτιάς. Οι ελληνικές Αρχές, σημειώνουν οι New York Times, υπέθεσαν πως οι 18 επρόκειτο για πρόσφυγες, καθώς κανείς από την ευρύτερη περιοχή δεν είχε κάνει έκκληση για κάποιο δικό του πρόσωπο.
Παρόλο που έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας και λίγο παραπάνω, οι ταυτότητες καθώς και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έχασαν τη ζωή τους, παραμένουν μυστήριο. Οι New York Times αποφάσισαν να συλλέξουν κάποιες άγνωστες λεπτομέρειες για το φονικό συμβάν, όπως ότι, τουλάχιστον 12 εξ’ αυτών, είχαν συλληφθεί μία φορά από τις Αρχές και είχαν επαναπροωθηθεί στην Τουρκία.
Οι «Times», συνεχίζοντας στο λεπτομερές ρεπορτάζ τους, υπογραμμίζουν πως οι «18», ανάμεσα σε αυτούς και μικρά παιδιά, είχαν φύγει από τη Συρία, όπου μαίνεται ο καταστροφικός εμφύλιος και προσπάθησαν, αποφεύγοντας τις Αρχές στον Έβρο, να βρουν ένα καλύτερο μέλλον στην Ευρώπη.
Αντί αυτού, απανθρακώθηκαν σε μία από τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων χρόνων, ενδεικτική (σ.σ. πυρκαγιά) της πολιτικής για την αποτροπή εξάπλωσης της κλιματικής κρίσης.
Έβρος: Μόνο μία σορός ταυτοποιήθηκε
Όπως σημειώνουν οι New York Times, μόνο ένα πτώμα έχει ταυτοποιηθεί οριστικά μέσω εξέτασης DNA, επειδή οι περισσότεροι από τους στενούς συγγενείς των υπολοίπων ζουν στη Συρία και δεν μπορούν να ταξιδέψουν για να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες.
Όμως, οι συνεντεύξεις με Έλληνες αξιωματούχους, εργαζόμενους σε οργανώσεις αρωγής, περισσότερους από 20 συγγενείς των θυμάτων και τον διακινητή που τους έβαλε στη διαδρομή, παρείχαν εκτενή στοιχεία για την ταυτότητα των υπολοίπων.
Οι Times εξέτασαν επίσης φωνητικά μηνύματα, βίντεο, δεδομένα θέσης και εικόνες που στάλθηκαν σε μέλη της οικογένειας. Τουλάχιστον πέντε από τα θύματα ήταν παιδιά ή έφηβοι, όπως έδειξαν οι συνεντεύξεις και τα βίντεο.
Έβρος: Το χρονικό του μοιραίου ταξιδιού
Σύμφωνα με τους New York Times, κάποιοι εκ των 18 προσφύγων συνελήφθησαν για πρώτη φορά στις 14 Αυγούστου από τις ελληνικές Αρχές και επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία. Στις 20 Αυγούστου, διανυκτερεύουν κοντά στον Άβαντα, στον Έβρο, περιμένοντας να τους παραλάβουν την επόμενη μέρα συνεργοί του λαθρέμπορου.
Στις 21 Αυγούστου, όπως δείχνουν τα σχετικά ντοκουμέντα, αποτυπώνεται η τοποθεσία όπου υποτίθεται ότι θα παραλαμβάνονταν η ομάδα από το δίκτυο, ενώ λίγο πιο κάτω ήταν το σημείο όπου βρέθηκαν απανθρακωμένοι οι 18 πρόσφυγες.
Οι ταυτότητες των θυμάτων στον Έβρο
Στην ομάδα του Basel, ένα από τα θύματα στον Έβρο, ήταν ένας άνδρας εργαζόταν για τον λαθρέμπορο στην Τουρκία ως οδηγός. Ένας άλλος ήταν μακρινός ξάδερφος του Basel, ο οποίος εργαζόταν στην Τουρκία ως οικοδόμος, μαζί με ακόμη 3,5 εκατομμύρια συμπατριώτες του που ζουν στη γειτονική μας χώρα.
Δύο παιδιά, 13 και 15 ετών αντίστοιχα, ήταν ξαδέρφια. Είχαν εγκαταλείψει τη Συρία για την Τουρκία το 2016 μαζί με τις οικογένειές τους και είχαν κάνει αιτήματα για άσυλο, όπως λέει ο πατέρας του ενός παιδιού. Όπως αναφέρει ο ίδιος, στην Τουρκία πλέον το δημόσιο αίσθημα είναι εναντίον τους, και έτσι αποφάσισαν να στείλουν τα παιδιά σε συγγενείς στη βόρεια Ευρώπη. Ο πατέρας ακόμη δεν πιστεύει πως τα δύο παιδιά είναι νεκρά. Πιστεύει πως ίσως να είναι φυλακισμένα.
Ο αδερφός του Basel ταξίδεψε στην Ελλάδα και υπέβαλε δείγμα DNA στις αρχές στις 27 Αυγούστου. Επειδή είχε νορβηγικό διαβατήριο, μπορούσε να ταξιδέψει ελεύθερα στην Ευρώπη, λέει, επίσης, το δημοσίευσμα.
Ο ιατροδικαστής Παύλος Παυλίδης, μιλώντας στους Times, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να δώσω όλα τα πτώματα πίσω στα αγαπημένα τους πρόσωπα, ώστε να μπορούν να ταφούν, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι. Είναι θέμα καθήκοντος».
Ο αδερφός του Basel, Qusai, ήρθε με τέσσερις συγγενείς στην Ελλάδα για τα διαδικαστικά.
Για 3.200 ευρώ, ένα γραφείο τελετών συμφώνησε να μεταφέρει τη σορό μέσω της Τουρκίας στα σύνορα με τη Συρία. Εκεί, τα λείψανα παραδόθηκαν στις αρχές που τα μετέφεραν σε ένα χώρο ταφής έξω από το Χαλέπι. Στις 13 Σεπτεμβρίου, η μητέρα τους και άλλοι συγγενείς, τον αποχαιρέτησαν.
Ο Qusai επέλεξε να επισκεφθεί το μέρος όπου πέθανε ο αδερφός του. Μίλησε με τον Δημήτρη Λυκίδη, αντισυνταγματάρχη της πυροσβεστικής που εντόπισε τα πτώματα. «Βρήκα το σώμα του αδελφού σου» είπε ο υπολοχαγός Λυκίδης, αποφεύγοντας την οπτική επαφή καθώς προσποιήθηκε ότι πληκτρολογούσε κάτι. “Ήμουν ένας από τους πυροσβέστες στο σημείο”.
«Σε παρακαλώ, μπορώ να σε αγκαλιάσω;» τον ρώτησε ο Qusai, για να προσθέσει: «Ήσουν από τους τελευταίους που είδαν τον αδερφό μου. Ευχαριστώ. Λυπάμαι για αυτό που συνέβη».
Ο υπολοχαγός Λυκίδης σηκώθηκε όρθιος με μάτια γεμάτα δάκρυα. Άνοιξε τα μεγάλα του χέρια και τον κράτησε.
«Κι εγώ λυπάμαι» είπε. «Λυπάμαι πολύ».
Αναλυτικά ολόκληρο το άρθρο των New York Times ΕΔΩ