Την απαλλαγή από κάθε κατηγορία του Λευτέρη Γλερίδη, ιδιοκτήτη της “Φωνής της Ροδόπης”, στη δίκη με τον Χουσεΐν Ζεϊμπέκ, Βουλευτής Ξάνθης ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, για δημοσιεύματα που αφορούσαν τα όσα συνέβησαν στην κηδεία του άτυχου στρατιώτη στη Γλαύκη τον Ιούλιο του 2016, αποφάσισε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ροδόπης, μετά από πολύωρη ακροαματική διαδικασία .
Στην τελετή της κηδείας παρευρίσκονταν ο τότε διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού Ιωσήφ Μαυράκης, άγημα του στρατού που απέδιδε τις προσήκουσες τιμές και ο Μουφτής Ξάνθης Μεχμέτ Εμίν Σινίκογλου επικεφαλής ομάδας μουσουλμάνων ιερωμένων.
Σε μία επίδειξη ακραίας προκλητικότητας εμφανίστηκαν ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ξάνθης Χουσεΐν Ζεϊμπέκ και ο τότε ψευτομουφτής Αχμέτ Μετέ , συνοδευόμενοι από ακολουθία περίπου δέκα ατόμων και έδιωξαν το νόμιμο θρησκευτικό λειτουργό, τότε, Μουφτή Ξάνθης Μεχμέτ Εμίν Σινίκογλου. Στη συνέχεια δύο Ιμάμηδες (μουσουλμάνοι ιερωμένοι) άρχισαν να ψέλνουν και απομάκρυναν την Ελληνική Σημαία η οποία σκέπαζε τη σορό του νεαρού στρατιώτη.
Τελικά με τη μεσολάβηση της οικογένειας και των ψυχραιμότερων ολοκληρώθηκε η τελετή, ενώ στο τέλος άγημα απέδωσε τις προβλεπόμενες τιμές, παρουσία του διοικητή του Δ’Σ.Σ, Ιωσήφ Μαυράκης, ο οποίος δεν επέτρεψε τη συνέχιση των προκλήσεων και κυρίως προστάτευσε τη Σημαία που στο τέλος ο ίδιος παρέδωσε στα χέρια των γονέων του άτυχου νέου.
Οι “σκληροπυρηνικοί” της μειονότητας, με πρωταγωνιστές τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χουσεΐν Ζεϊμπέκ, τον ψευδομουφτή Ξάνθης Αχμέτ Μέτε, τον τότε δήμαρχο Μύκης Καπζά Τζεμήλ και τον τότε πρόεδρο του ακροδεξιού κόμματος DEB Μουσταφά Αλή Τσαούς, εκδίωξαν τον νόμιμο μουφτή Μεχμέτ Εμίν Σινίκογλου, που εκείνη την ώρα «διάβαζε» την καθιερωμένη προσευχή.
Ερασιτεχνικό βίντεο, δείχνει τους τραμπουκισμούς των εγκάθετων της Άγκυρας, με πρωταγωνιστή τον ψευτομουφτή Ξάνθης Αχμέτ Μέτε, ο οποίος εκδιώχνει το νόμιμο θρησκευτικό λειτουργό και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ να του υποδεικνύει «ευγενικά» να αποχωρήσει από το χώρο.
Οι ίδιοι μάλιστα επιχείρησαν να πάρουν στη συνέχεια από τα χέρια των στρατιωτών-συναδέλφων του νεκρού, το φέρετρο κάτι που απετράπη με την παρέμβαση των ψυχραιμότερων.
Τότε, το γεγονός καταδίκασε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό Τέρενς Κουίκ, ο οποίος μιλώντας σε ραδιοφωνική συνέντευξη, τόνισε:
«Υπενθυμίζω για ακόμη μία φορά σε όλους, ότι κανείς δεν μπορεί να παραβλέπει ότι εδώ είναι Ελλάδα και όπως έχει πει και ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας στέλνοντας σαφές μήνυμα στο Προξενείο «η Ελλάδα έχει το Σύνταγμά της, έχει τους νόμους της και την τάξη της». Άρα κανείς δεν μπορεί να τα υπερβαίνει αυτά. Και καταδικάζουμε τους όποιους ενεπλάκησαν σε αυτή την ιστορία. Φαντάζομαι, ότι θα υπάρξει επίσημη έρευνα για το περιστατικό. Και θα πρέπει να υπάρξει»
«Το μόνο, όμως, που μπορώ να πω είναι ότι παρά την προσπάθεια κάποιων που ήθελαν ακριβώς να δημιουργήσουν ένταση και να υλοποιηθούν τα δικά τους σχέδια, ο Έλληνας Πομάκος φαντάρος κηδεύτηκε τελικά και παρουσία του διοικητή του Δ’ Σώματος Στρατού και των Ελλήνων συναδέλφων του φαντάρων και με την ελληνική σημαία, έτσι όπως έπρεπε, στο μουσουλμανικό νεκροταφείο της περιοχής, τηρώντας με απόλυτο σεβασμό τα προβλεπόμενα από τη θρησκεία του» ανέφερε ο κ. Κουίκ.
Θέση για το συμβάν πήρε και η τότε Υφυπουργός Εσωτερικών Διοικητικής Ανασυγκρότησης (Μακεδονίας-Θράκης), κα Μαρία Κόλλια-Τσαρουχά που με δήλωσή της καταδίκασε όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια της κηδείας του 19χρονου ‘Ελληνα Μουσουλμάνου που έχασε τη ζωή του ενώ υπηρετούσε στον Ελληνικό Στρατό.
«Η προσπάθεια αφαίρεσης της ελληνικής σημαίας από το φέρετρο του νεαρού που έχασε τη ζωή του υπηρετώντας την Πατρίδα, δεν είναι μόνο ένδειξη ακραίων πεποιθήσεων και μισαλλοδοξίας. Δεν είναι μόνο πράξη ατιμωτική και προκλητική προς όλους τους Έλληνες, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Δείχνει δυστυχώς και την απόλυτη αναισθησία των δραστών προς την ουσία του τραγικού γεγονότος. Ένα παλικάρι έχασε τη ζωή του και αυτοί χρησιμοποίησαν το θάνατό του για να περάσουν μηνύματα μίσους και να παίξουν τα πολιτικά παιχνίδια τους σε βάρος της ίδιας τους της χώρας. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να στερήσει την ύστατη τιμή, το ύστατο χάδι της Πατρίδας, από τον νεκρό και την οικογένειά του. Εκφράζω τα βαθιά μου συλλυπητήρια προς την οικογένεια του στρατιώτη και ντρέπομαι για εκείνους που δεν τους σεβάστηκαν», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Τσαρουχά.
Κατά την απολογία του πάντως, ο Λευτέρης Γλερίδης, ιδιοκτήτη της “Φωνής της Ροδόπης”, κατέθεσε ότι είχε τότε και εξακολουθεί να έχει μέχρι και σήμερα την πεποίθηση ότι έγραφε την αλήθεια, καθώς αφενός τις πληροφορίες για το περιστατικό επιβεβαίωναν συνάδελφοι δημοσιογράφοι αλλά και γνωστοί από την Ξάνθη που ήταν αυτόπτες μάρτυρες και αφετέρου, δεκάδες ΜΜΕ ανά την Ελλάδα αναμετέδιδαν εκείνες τις ημέρες την ίδια είδηση. «Δεν είναι δυνατόν να ξύπνησαν ξαφνικά ένα πρωί όλοι οι δημοσιογράφοι της Ελλάδας και να αποφάσισαν έτσι στα καλά καθούμενα να συκοφαντήσουν τον κ. Ζεϊμπέκ χωρίς λόγο», είπε μεταξύ άλλων.
Από την άλλη, ο βουλευτής Ξάνθης του ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να εξηγήσει πειστικά στο δικαστήριο για ποιο λόγο επέλεξε να καταθέσει μήνυση μόνο εναντίον δύο περιφερειακών Μέσων, της «Φωνής της Ροδόπης» και του «Μαχητή της Ξάνθης», αλλά όχι και εναντίον μεγάλων πανελλαδικών ΜΜΕ που είχαν ασχοληθεί με το περιστατικό, όπως για παράδειγμα το «Πρώτο Θέμα». «Δεν μπορούσα να μηνύσω όλη την Ελλάδα», είπε προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις επιλεκτικά στοχευμένες μηνύσεις του.
Ως μάρτυρες κατηγορίας κατέθεσαν ο πρώην Δήμαρχος Μύκης Τζεμήλ Καπζά, ο δικηγόρος Μουζαφέρ Καπζά και ο πολιτευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ξάνθης Γρηγόρης Στογιαννίδης ενώ ως μάρτυρας υπεράσπισης ο δημοσιογράφος και ιδιοκτήτης του «Μαχητή Ξάνθης» Πάνος Παπαδόπουλος.
«Όλα όσα έγραψε ήταν αληθή. Εγώ ήμουν η πηγή των πληροφοριών του, με πήρε τηλέφωνο πριν τα δημοσιεύσει και τον ενημέρωσα. Εγώ είχα γράψει τα ίδια και ακόμα περισσότερα και αθωώθηκα για όλα αυτά στα δικαστήρια Ξάνθης», κατέθεσε μεταξύ άλλων ο κ. Παπαδόπουλος.